Ανδρέας Γαλιατσάτος

Η ζωή του ανθρώπου αρχίζει και τελειώνει με την αναπνοή. Παρόλο που το έμβρυο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, οξυγονώνεται μέσω του ομφάλιου λώρου, η πρώτη εισπνοή έρχεται με τη γέννηση, συχνά με την «σφαλιάρα» του μαιευτήρα, ενώ η τελευταία εκπνοή λέγεται επιθανάτιος ρόγχος.
Καθ’όλη την πορεία του ανθρώπου από τη γέννησή του έως και την έξοδο αυτής, υπάρχει ένας μοναδικός κυματισμός αναπνοών για τον καθένα ξεχωριστά, μεταξύ «υψηλού» και «χαμηλού» κραδασμού που συχνά εναλλάσσονται, σε ένα φάσμα από ρηχή αναπνοή, γρήγορη αναπνοή, διακεκομμένη, επιφανειακή, βαθειά, νεκροφάνειας άπνοια.
Τι είναι όμως αναπνοή; Η αναπνοή θεωρείται ως μια αυτόματη διαδικασία που ελέγχεται από τον εγκέφαλο και συγκεκριμένα από το εγκεφαλικό στέλεχος που είναι υπεύθυνο για απαραίτητες για τη ζωή λειτουργίες, όπως ο καρδιακός παλμός και ο κιρκάδιος ρυθμός (Herrero & Mehta, 2018).
Οι αλλαγές στην αναπνοή – για παράδειγμα, η αναπνοή σε διαφορετικό ρυθμό ή η συγκέντρωση της προσοχής-επίγνωσης σε αυτή– έχει αποδειχθεί ότι χρειάζεται την εμπλοκή διαφορετικών δομών του εγκεφάλου (Herrero & Mehta, 2018). Την ικανότητα αυτή δεν τη μοιραζόμαστε με τα ζώα. Ενώ ο άνθρωπος μπορεί να αλλάξει ηθελημένα την ταχύτητα της αναπνοής του, τα ζώα δεν είναι σε θέση να κάνουν το ίδιο, παρά μόνο ως απόκριση σε κινήσεις όπως το τρέξιμο και η ανάπαυση.
Η αναπνοή δεν λέει ποτέ ψέματα. Πάνω σε αυτή αποτυπώνονται όλες οι συναισθηματικές καταστάσεις (χαρά, ενθουσιασμός, θυμός, οργή, θλίψη, πένθος, τραύμα, ηδονή), σε συνειδητό επίπεδο, ασυνείδητο, ακόμα και ονειρικό.
Η ικανότητα συνειδητής ηθελημένης ρύθμισης της αναπνοής, προκαλεί πρόσβαση και συγχρονισμό ανάμεσα σε διαφορετικές εγκεφαλικές περιοχές και αυτές οι επιγνώσεις-γέφυρες μπορούν να μας βοηθήσουν να αποκτήσουμε μεγαλύτερο συναισθηματικό έλεγχο, συγκέντρωση και γαλήνια αταραξία. Έχει αποδειχθεί πως η συνειδητή αναπνοή έχει τη δύναμη να αλλάξει τον εγκέφαλο (Herrero & Mehta, 2018).
Σε όλη την παιδική μου ηλικία βρισκόμουν σε σχάση μεταξύ της μητρικής μου γερμανικής κουλτούρας και της πατρικής ελληνικής εξ Αλεξανδρείας. Κατά την ωρίμανσή μου άρχισα να το βιώνω εντελώς διαφορετικά, εκτιμώντας αυτό το δώρο, και λύνοντας τη σχάση εντός μου. Αντίστοιχα η θεραπευτική μου ταυτότητα, απαρτίζεται από δύο θεραπευτικές σχολές, την σχολή της Μεταμορφωτικής Αναπνοής και την Σχεσιακή Ψυχανάλυση, το οποίο επίσης βιώνεται από εμένα ως δώρο, μεταλαμπαδεύοντάς το στους θεραπευόμενούς μου.
Η μεταμορφωτική αναπνοή (Kravitz, 1999) είναι μια διαδικασία κατά την οποία ο θεραπευόμενος σε μια συνεδρία διάρκειας 60 λεπτών, μαθαίνει να αναπνέει ολοτροπικά – η ολοτροπική αναπνοή ανακαλύφθηκε τη δεκαετία του 1970 από τους επιστήμονες και ερευνητές Dr Stanislav Grof και Christina Grof (Grof & Grof, 2010) -ρυθμικά σε μια κυκλική κυματώδη κίνηση, ανεξαρτήτως των συναισθημάτων, εμποδίων, αντιστάσεων, σαμποτάζ, αναμνήσεων, τραυμάτων, προσδοκιών και ψυχοσωματικών συμπτωμάτων που θα αναδυθούν. Το άτομο βρίσκεται ως επί το πλείστον σε ξαπλωτή θέση και υπάρχει συνοδεία μουσικής, ώστε να διευκολυνθεί η όλη διαδικασία. Ο θεραπευτής κατά τη διάρκεια της συνεδρίας ασκεί πιέσεις σε διάφορα όργανα και μύες του σώματος του θεραπευόμενου, συγχρονισμένος με το ρυθμό της αναπνοής του. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, μέσω της βαθιάς οξυγόνωσης των οργάνων, δημιουργείται ένα είδος μέθης. Όπως σε ένα χειρουργείο μπαίνει στον ασθενή η μάσκα με το οξυγόνο, έτσι κι εδώ είναι σαν να μπαίνει μια «μάσκα» οξυγόνου, δημιουργώντας την μέθη που προαναφέρθηκε, με φυσικό τρόπο.
Η αναπνοή είναι ένα γεμάτο «μπαλόνι ζωής» από τα γεννητικά όργανα ως τον θυρεοειδή αδένα, δηλαδή κοιλιακή-διαφραγματική αναπνοή μαζί με θωρακική. Όπως γεμίζει ένα ποτήρι νερό από κάτω προς τα πάνω, έτσι κι εμείς μαθαίνουμε να γεμίζουμε το σώμα με οξυγόνο από κάτω προς τα πάνω. Μέσω της βαθιάς οξυγόνωσης των σωματικών οργάνων, το άτομο μπαίνει σε μια υπνωτική ή διαλογιστική κατάσταση.
Ο θεραπευόμενος μαθαίνει να συνεχίζει να αναπνέει με επίγνωση σε οτιδήποτε αναδυθεί (μυρμήγκιασμα, ηλεκτρισμό, εφίδρωση, υποθερμία, σφίξιμο και ένταση σε σημεία του σώματος, ορμέμφυτο γέλιο, θλίψη, έντονο κλάμα, φόβο, θυμό, οργή κλπ). Καθόλη τη διάρκεια της διαδικασίας, γίνεται μια αποτοξίνωση σε σωματικό, ψυχικό και νοητικό επίπεδο. Τόσο κατά τη διάρκεια όσο και μετά το πέρας της συνεδρίας, μπορεί να υπάρξει κακοσμία στόματος, ιδρωτοποιών αδένων και αέρια. Επίσης μετά και για 48 ώρες ενδέχεται να παρατηρηθεί κακοσμία ούρων, έντονα όνειρα, αίσθηση ελαφρότητας και αναγέννησης.
Ο θεραπευτής συνταξιδεύει με τον θεραπευόμενο αναπνέοντας μαζί με τον ρυθμό του, προκαλώντας, οξύνοντας, μειώνοντας, αποφορτίζοντας καταστάσεις, συναισθήματα. Για παράδειγμα, όταν ο ασθενής σφίξει το σαγόνι και τη γροθιά του, ο θεραπευτής αντιλαμβάνεται την ανάδυση οργής και τον προτρέπει σε Tonen, σε μια εκτόνωση δηλαδή φωνητική ή και σωματική ((Kravitz, 1999), χρησιμοποιώντας στοιχεία του ιστορικού του. Επίσης, όταν ο θεραπευόμενος αναπνέει ρηχά, ο θεραπευτής αντιλαμβάνεται πιθανή θλίψη και τον προτρέπει σε διαφορετικό Tonen.
Περίπου στο τελευταίο 15λεπτο αναγνωρίζεται η προσπάθεια του θεραπευόμενου καθώς και τα κεντρικά σημεία του αναπνευστικού ταξιδιού, και ο τελευταίος αφήνεται να επιστρέψει στη δική του αυθόρμητη μη ελεγχόμενη αναπνοή, ρίχνοντας τους παλμούς έχοντας τη ζέστη και την εμπερίεξη μιας κουβέρτας. Γαληνεύει και μπαίνει σε κατάσταση διαλογισμού, συνειδητού ή ασυνείδητου οραματισμού, ύπνου και ενίοτε ολιγόλεπτης άπνοιας.
Η επαναφορά γίνεται σταδιακά και με ήρεμη φωνή προτρέπεται η εστίαση και η σταδιακή γαλήνια κίνηση των άκρων και του κεφαλιού, η αίσθηση του σώματος στο εδώ και τώρα με αποδοχή, έως το άνοιγμα των ματιών.
Σε αυτό το σημείο ο θεραπευτής εμπεριέχει τον θεραπευόμενο με ησυχία-σιωπή. Εάν ο θεραπευόμενος επιθυμεί έντονα να μοιραστεί κάτι από το θεραπευτικό ταξίδι του, ο θεραπευτής είναι ανοιχτός σε αυτό, αν και συνήθως προτείνεται η ησυχία, ώστε την επόμενη φορά να συζητηθεί πώς το βίωσε, τι αντίκτυπο είχε σε αυτόν τις επόμενες μέρες, σκέψεις και συναισθήματα που γεννήθηκαν, με κύριο εργαλείο τη σχεσιακή ψυχοθεραπευτική γνώση. Ακολουθεί δηλαδή μια ψυχοθεραπευτική συνεδρία, ώστε να αναλυθούν όλα τα σημαντικά σημεία της συνεδρίας των αναπνοών και των δυσκολιών και αντιστάσεων που ανέκυψαν στον θεραπευόμενο με βάση το ιστορικό του, ώστε να γίνει σωστή εμπερίεξη και θεραπεία σε βάθος. Στόχος είναι με το πέρασμα του χρόνου ο θεραπευόμενος σταδιακά να μάθει να αναπνέει και εκτός θεραπευτικού δωματίου, ενσωματώνοντας τη διαφραγματική αναπνοή στην καθημερινότητά του. Βαδίζοντας αρχικά στον εναλλακτικό χώρο, παρατήρησα πως εναλλακτικοί θεραπευτές ανατολικής φιλοσοφίας (για παράδειγμα yogis) είχαν μεγάλη βιωματική εμπειρία πάνω στη λειτουργία του σώματός τους, την αναπνοή τους, τη διατροφή τους και το αλκαλικό περιβάλλον. Όμως, σε μια βαθιά τους επίγνωση, που μπορεί να είναι αποτέλεσμα σεμιναρίου, ονείρου, ή και απλά σε οποιαδήποτε στιγμή της καθημερινότητάς τους, δεν είχαν τα «εργαλεία» ώστε να ερμηνεύσουν-αποκωδικοποιήσουν κομμάτια του υποσυνείδητού τους, παραμένοντας μόνοι, δίχως συζήτηση, εμπερίεξη, σχέση, συχνά δε μάλιστα, αμφισβητούν άλλες μεθόδους μη εναλλακτικής θεραπείας (ιατρική, ψυχοθεραπεία κλπ).
Αντίστοιχα, παρατηρώντας τους θεραπευτές στον χώρο της ψυχοθεραπείας, διέκρινα και θαύμασα την πλούσια αναλυτική τους «εργαλειοθήκη», όπου για παράδειγμα θα μπορούσαν να αναλύσουν ένα όνειρο συστημικά, σχεσιακά, αντικειμενότροπα, ομαδικά. Στην καθημερινότητά τους όμως πολλοί από αυτούς παρέμεναν γεμάτοι διατροφικές παραβάσεις, τοξικές συνήθειες, με μη επίγνωση και εκγύμναση του σώματός τους, αντίστοιχα και αυτοί πολλές φορές γεμάτοι «παρωπίδες», μη ανοιχτοί σε πιο εναλλακτικές μεθόδους.
Στην αρχή της επαγγελματικής μου πορείας ως εναλλακτικός θεραπευτής της μεθόδου μεταμορφωτικών αναπνοών, αντιλήφθηκα τα παραπάνω ελλείμματα. Έτσι λοιπόν, πήρα την απόφαση σταδιακά, και όντας θεραπευόμενος ο ίδιος σε ατομική θεραπεία και σε ομαδική, να εκπαιδευτώ στη σχεσιακή ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία κι έπειτα στην ομαδική διαπροσωπική κατά Irvin Yalom, ώστε να εμβαθύνω στον τρόπο που δουλεύω με τους θεραπευόμενούς μου.
Σταδιακά ενσωμάτωσα στοιχεία της ψυχοθεραπευτικής μου εκπαίδευσης στη δουλειά με το transformational breath. Σήμερα πια, έχοντας περάσει αρκετά μεγάλο διάστημα, εργάζομαι πάνω σε σύνθεση των δυο μεθόδων. Το σύνηθες είναι να κάνω αρχικά κάποιες συναντήσεις ψυχοθεραπευτικού τύπου, παίρνοντας το ιστορικό του θεραπευόμενου, γνωρίζοντας τον ίδιο σαν δομή προσωπικότητας και τα κύρια ζητήματα που τον απασχολούν. Στη συνέχεια δουλεύω μαζί του τόσο ψυχοθεραπευτικά όσο και με τις μεταμορφωτικές αναπνοές εναλλασσόμενα.
Θα ήθελα όμως να σταθώ περισσότερο στο πώς η εκπαίδευσή μου στη σχεσιακή ψυχοθεραπεία και οι γνώσεις που έχω αποκομίσει, με έχουν βοηθήσει στις συνεδρίες μεταμορφωτικών αναπνοών.
Καταρχάς, μέσα από το πλαίσιο της ψυχοθεραπείας, έμαθα να πλαισιώνω καλύτερα τη συνεδρία, ως προς τα όρια, την τήρηση του χρόνου και τα χρήματα. Επίσης, έχοντας πια κάποια στοιχειώδη γνώση πάνω σε θέματα ψυχοπαθολογίας, μπορώ στις πρώτες συναντήσεις με τους θεραπευόμενους να διακρίνω ποιος είναι κατάλληλος για θεραπεία με transformational breath, ποιος χρειάζεται εισαγωγή στη θεραπεία με αυτή τη μέθοδο με πιο ήπιο τρόπο και ποιος αντενδείκνυται αυστηρά για αυτό (ψυχωτικοί ασθενείς, βαριά οριακοί και παρανοϊκοί), αποφεύγοντας έτσι πιθανή μεγάλη τραυματική εμπειρία, λόγω κυρίως της εύθραυστης ψυχικής δομής τους. Ένα ακραίο παράδειγμα σε αυτό είναι πως εάν έμπαινε στη διαδικασία ένα άτομο που δεν είναι κατάλληλο για αυτή, θα μπορούσε να ανοίξει ακόμα και ψυχωτικό επεισόδιο. Αυτό είναι κάτι που το έχω παρατηρήσει μέσα από την εμπειρία μου με θεραπευόμενους ποικίλης ψυχοπαθολογίας.
Μέσα στη θεραπευτική συνεδρία transformational breath, είμαι σε θέση να αναγνωρίζω πιο εύκολα τις μεταβιβάσεις και αντιμεταβιβάσεις που συμβαίνουν, το οποίο είναι συχνό και έντονο φαινόμενο στη διαδικασία. Θα δώσω ένα παράδειγμα μέσα από θεραπευτικές συνεδρίες ώστε να γίνει το παραπάνω πιο κατανοητό. Πολλές φορές έχει τύχει κατά τη διάρκεια μιας συνεδρίας, να υποκινηθούν σε μένα αρκετά έντονα συναισθήματα και αντιδράσεις, όπως συγκίνηση και δάκρυα. Είμαι σε θέση πια, να μπορώ να αναγνωρίσω ευκολότερα πότε αυτό συμβαίνει επειδή έχει αγγίξει κάποιο δικό μου κομμάτι, πότε γίνομαι εμπεριέκτης σε αυτό που συμβαίνει στον θεραπευόμενο, ή και τα δυο μαζί.
Σε αυτό το σημείο θα ήταν σημαντικό να αναφέρω πως όπως η ψυχαναλυτική θεωρία έχει επικεντρωθεί στην μητέρα, αποκλειστικά ως το αντικείμενο στις ανάγκες του βρέφους, αγνοώντας την υποκειμενικότητά της, έτσι επίσης και η ψυχανάλυση βλέπει τον αναλυτή μόνο σαν αντικείμενο, ενώ παραβλέπει την υποκειμενικότητά του, όπως αυτός βιώνεται από τον ασθενή. Η υποκειμενικότητα του αναλυτή είναι ένα σημαντικό στοιχείο στην αναλυτική κατάσταση, και η εμπειρία του ασθενή στην υποκειμενικότητα του αναλυτή χρειάζεται να αναλύεται (Aron, 1991).
Οι ασθενείς επιθυμούν να συνδεθούν με τους αναλυτές τους, να τους γνωρίσουν, να διερευνήσουν κάτω από το επαγγελματικό τους προφίλ, και να φτάσουν τα ψυχικά κέντρα τους με τον ίδιο τρόπο όπως τα παιδιά προσπαθούν να συνδεθούν και να εισχωρήσουν στον εσωτερικό κόσμο των γονιών τους. Η εξερεύνηση της εμπειρίας του ασθενή πάνω στην υποκειμενικότητα του αναλυτή αντιπροσωπεύει μια υποτιμημένη πτυχή της ανάλυσης της μεταβίβασης, και είναι μια ουσιώδης διάσταση μιας λεπτομερούς εξήγησης και διάρθρωσης της θεραπευτικής σχέσης.
Όπως υποστηρίζει και η Jessica Benjamin σε άρθρο της (1990), και όπως έχει επισημάνει νωρίτερα και ο Stern (1985), πολλοί θεωρητικοί έχουν παραβλέψει το κύριο συστατικό της διυποκειμενικότητας, το οποίο είναι η αμοιβαία αναγνώριση. Η ανάπτυξη της ικανότητας για αμοιβαία αναγνώριση, μπορεί να κατανοηθεί ως ένα ξεχωριστό κομμάτι της εσωτερίκευσης των σχέσεων αντικειμένου. Το υποκείμενο σταδιακά είναι σε θέση να αναγνωρίζει την υποκειμενικότητα του άλλου ατόμου, αναπτύσσοντας την ικανότητα για συντονισμό και ανεκτικότητα στη διαφορετικότητα (Benjamin, 1990).
Σε πολλά μοντέλα εναλλακτικής θεραπείας και στην ανατολική φιλοσοφία γενικότερα, συνήθως υπάρχει ο δάσκαλος-γκουρού και ο μαθητής-θεραπευόμενος, μια σχέση όχι ισότιμη. Μέσα από την σχεσιακή ψυχανάλυση, έμαθα να εφαρμόζω και στον εναλλακτικό μου τομέα την ισοτιμία της θεραπευτικής σχέσης και να δίνω μεγάλη βαρύτητα σε αυτή, τόσο κατά την ψυχοθεραπευτική συνεδρία όσο και στη συνεδρία των αναπνοών. Αντιλαμβάνομαι το ταξίδι αυτό και το θεραπευτικό αποτέλεσμα ως μια συν-δημιουργία.
Τόσο στον εναλλακτικό όσο και στον ψυχοθεραπευτικό χώρο, είναι σύνηθες να υπάρχει μεγάλος ανταγωνισμός μεταξύ των διαφόρων σχολών-προσεγγίσεων, ως προς το πιο μονοπάτι είναι το αρτιότερο. Για μένα δεν υπάρχει τέτοιο δίλημμα, μα μόνο σύνθεση και βελτιοδοξία.
Κατά τη γνώμη μου, οι κύριες «μεταμορφώσεις» του ανθρώπου κατά τη διάρκεια της ζωής του είναι τρεις: η γέννηση, η μεταμορφωτική ηλικία από την παιδική ηλικία προς την ενηλικίωση (εφηβεία) και ο θάνατος. Υπάρχουν βέβαια και άλλες, ως αποτέλεσμα θεραπείας και εσωτερικής εξέλιξης.
Έχοντας ο ίδιος στο παρελθόν ιδιαίτερα αυτοκαταστροφικές τάσεις, η θεραπεία της μεταμορφωτικής αναπνοής σε συνδυασμό με τη σχεσιακή ψυχοθεραπεία με βοήθησε να γίνω αυτός που είμαι τώρα.
Μεταμορφώθηκα, δυνάμωσα, αναγεννήθηκα, και μέσα από τη θεραπευτική σύνθεση που εφαρμόζω, προσπαθώ να βοηθήσω και άλλες ψυχές να βρουν το δρόμο τους, ερχόμενοι ο καθένας σε επαφή με το φως που έχει μέσα του.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Aron, L. (1991), The patient’s experience of the analytic subjectivity. Psychoanalytic dialogues.
Benjamin, J. (1990), An outline of intersubjectivity: The development of recognition. Psychoanalytic Psychology, 7 (Suppl), 33-46.
Grof, S. & Grof, C. (2010), Holotropic Breathwork: A New Approach to Self-Exploration and Therapy, State University of New York Press.
Herrero, J. & Mehta, A. (2018), Breathing above the brain stem: volitional control and attentional modulation in humans, Journal of neurophysiology 1;119(1):145-159.
Kravitz, J. (1999), Breathe deep, laugh loudly, Free Press Inc.