
Κάθε μία αναπνοή που παίρνουμε κατά τη διάρκεια της ημέρας μας έχει τη δική της σημασία. Όπως κάθε στιγμή που φεύγει, έτσι και κάθε αναπνοή μας δεν μπορεί να γυρίσει πίσω. Εμείς λοιπόν πώς την ξοδεύουμε;
Οι άνθρωποι δεν μπορούμε να ορίσουμε ούτε γέννησή μας, ούτε το θάνατό μας (πλην ορισμένων περιπτώσεων). Μπορούμε όμως με εξάσκηση και παρατήρηση να αναπνέουμε σε όλο το δυναμικό μας διαφραγματικά-ολοτροπικά, ασχέτως χαμηλού ή υψηλού κραδασμού.
Δηλαδή, στόχος μας είναι ο έλεγχος της αναπνοής μας ακόμη κι αν είμαστε καταθλιπτικοί, οργισμένοι, τρομαγμένοι, φθονεροί. αγχωμένοι ή και χαρούμενοι, σε ευεξία.
Όταν λοιπόν μάθω να ελέγχω την αναπνοή μου σε χαμηλούς κραδασμούς (πχ θλίψη), τότε η διάρκεια του αρνητικού συναισθήματος μειώνεται. Στους χαμηλούς κραδασμούς η αναπνοή είναι συνήθως ρηχή, κοφτή και με ένταση. Αντιθέτως, όταν ελέγχω την αναπνοή μου σε υψηλούς κραδασμούς (πχ ευφορία), τότε η διάρκεια των θετικών συναισθημάτων πολλαπλασιάζεται.
Αρχικά λοιπόν, εργαζόμαστε συνειδητά και σκληρά προκειμένου να προσαρμόσουμε την αναπνοή μας. Στόχος μας είναι η αφομοίωση της σωστής ανάσας από τον υποσυνείδητο εαυτό, προκειμένου να γίνεται μηχανικά, όπως και το πλύσιμο των δοντιών μας.
Άλλωστε, όπως έλεγε και ο αρχαίος νους: Επανάληψις, μήτηρ πάσης μαθήσεως!